Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επαναπόκτηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επαναπόκτησ|η <-εις> [ɛpanaˈpɔktisi] SUBST θηλ

1. επαναπόκτηση (αγοράζοντας):

επαναπόκτηση
Wiedererwerb αρσ

2. επαναπόκτηση (γενικότερα):

επαναπόκτηση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский