Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επαναπροσλαμβάνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επαναπροσ|λαμβάνω <-έλαβα, -λήφτηκα> [ɛpanaprɔzlaɱˈvanɔ] VERB μεταβ (σε εργασία)

επαναπροσλαμβάνω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский