Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εξορύσσω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εξορύ|σσω <-ξα, -χτηκα, -γμένος> [ɛksɔˈrisɔ] VERB μεταβ

εξορύσσω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский