Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εναντιώνομαι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εναντιώ|νομαι <-θηκα> [ɛnandiˈɔnɔmɛ] VERB αυτοπ ρήμα

εναντιώνομαι σε κάτι

Παραδειγματικές φράσεις με εναντιώνομαι

εναντιώνομαι σε κάτι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский