Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: εγκαίνια , εγκαθίδρυση , εγκυμονούσα , εγκαρδίωση και εγκαινίαση

εγκαίνια [ɛɲˈɟɛnia] SUBST ουδ πλ

Einweihung θηλ ενικ

εγκυμονούσα [ɛɲɟimɔˈnusa] VERB μετ ενεστ

εγκαθίδρυσ|η <-εις> [ɛŋgaˈθiðrisi] SUBST θηλ

εγκαινίασ|η <-εις> [ɛɲɟɛˈniasi] SUBST θηλ

1. εγκαινίαση (εγκαίνια):

Einweihung θηλ

2. εγκαινίαση (νέας μεθόδου):

Einführung θηλ

εγκαρδίωσ|η <-εις> [ɛŋgarˈðiɔsi] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский