Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δωδεκάρης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δωδεκάρ|ης (-α) [ðɔðɛˈkar|is, -a] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

1. δωδεκάρης (πρόσωπο δώδεκα ετών):

δωδεκάρης (-α)

2. δωδεκάρης (στο ΠΡΟ-ΠΟ):

δωδεκάρης (-α)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский