Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δράττομαι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δράττομαι [ˈðratɔmɛ] VERB αποθ ρήμα αυτοπ ρήμα nur präs

Παραδειγματικές φράσεις με δράττομαι

δράττομαι της ευκαιρίας να σας

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский