Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διορθωτικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διορθωτικ|ός <-ή, -ό> [ðiɔrθɔtiˈkɔs] ΕΠΊΘ

διορθωτικός
Korrektur-
διορθωτικός φακός
Korrekturfilter αρσ o ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με διορθωτικός

διορθωτικός φακός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский