Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: διαταράσσω , διαταραχή και προπαραλήγουσα

διαταρά|σσω [ðiataˈrasɔ], διαταρά|ζω [ðiataˈrazɔ] <-ξα, -χτηκα, -γμένος> VERB μεταβ

προπαραλήγουσα [prɔparaˈliɣusa] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский