Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „λόγου“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

λογ|άς <-άδες> [lɔˈɣas] SUBST αρσ, λογ|ού [lɔˈɣu] <-ούδες> SUBST θηλ

Schwätzer(in) αρσ (θηλ)

Παραδειγματικές φράσεις με λόγου

διαταραχές θηλ πλ λόγου
λόγου χάρη
άξιος λόγου
ανάξιος λόγου
σχήμα λόγου
Stilfigur θηλ
μέρος του λόγου
Wortart θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский