Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διακοινώνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διακοινώ|νω <-σα, -θηκα, -μένος> [ðiaciˈnɔnɔ] VERB μεταβ

1. διακοινώνω (γνωστοποιώ):

διακοινώνω

2. διακοινώνω (διαμαρτυρία):

διακοινώνω διαμαρτυρία

Παραδειγματικές φράσεις με διακοινώνω

διακοινώνω διαμαρτυρία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский