Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διακοινωτικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διακοινωτικ|ός <-ή, -ό> [ðiacinɔtiˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. διακοινωτικός (συνομιλίες, διάλογος):

διακοινωτικός

2. διακοινωτικός (της ΕΕ):

διακοινωτικός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский