Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διαγράμμιση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διαγράμμισ|η <-εις> [ðiaˈɣramisi] SUBST θηλ

1. διαγράμμιση (σχεδιασμός γραμμών):

διαγράμμιση

2. διαγράμμιση (γραμμή):

διαγράμμιση
Linie θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский