Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διαβατικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διαβατικ|ός <-ή, -ό> [ðiavatiˈkɔs] ΕΠΊΘ (όχι μόνιμος)

διαβατικός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский