Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „βέβηλος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

βέβηλ|ος <-η, -ο> [ˈvɛvilɔs] ΕΠΊΘ

βέβηλος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский