Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αχάλαστος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αχάλαστ|ος <-η, -ο> [aˈxalastɔs] ΕΠΊΘ

1. αχάλαστος (μηχάνημα):

αχάλαστος

2. αχάλαστος (για χρήματα: που δεν ξοδεύτηκε):

αχάλαστος

3. αχάλαστος (που δεν ανταλλάχτηκε με άλλα νομίσματα):

αχάλαστος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский