Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: ατομικιστής , ατομικιστικός , ατομικότητα και ατομικισμός

ατομικιστής (ατομικίστρια) [atɔmicisˈtis, atɔmiˈcistria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

ατομικιστής (ατομικίστρια)
Individualist(in) αρσ (θηλ)

ατομικιστικ|ός <-ή, -ό> [atɔmicistiˈkɔs] ΕΠΊΘ

ατομικισμός [atɔmicizˈmɔs] SUBST αρσ

ατομικότητα [atɔmiˈkɔtita] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский