Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ασύρματο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ασύρματο [aˈsirmatɔ] SUBST ουδ

ασύρματο

Παραδειγματικές φράσεις με ασύρματο

ασύρματο δίκτυο Η/Υ
ασύρματο τηλέφωνο
ασύρματο ποντίκι
Funkmaus θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский