Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αρχοντόπουλο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αρχοντόπουλο (αρχοντοπούλα) [arxɔnˈdɔpulɔ, arxɔndɔˈpula] SUBST ουδ/θηλ (θηλ)

αρχοντόπουλο (αρχοντοπούλα)
junger Adliger αρσ
αρχοντόπουλο (αρχοντοπούλα)
junge Adlige θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский