Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αρχειοθήκη“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αρχειοθήκη [arçiɔˈθici] SUBST θηλ (έπιπλο)

αρχειοθήκη
Aktenschrank αρσ
κρεμαστή αρχειοθήκη

Παραδειγματικές φράσεις με αρχειοθήκη

κρεμαστή αρχειοθήκη

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский