Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „απόκρουση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

απόκρουσ|η <-εις> [aˈpɔkrusi] SUBST θηλ

1. απόκρουση (επιτιθέμενου):

απόκρουση
Abwehr θηλ
απόκρουση κινδύνου

2. απόκρουση (προσφοράς):

απόκρουση
Abweisung θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με απόκρουση

απόκρουση θηλ κινδύνου
απόκρουση κινδύνου

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский