Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „απροκάλυπτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

απροκάλυπτ|ος <-η, -ο> [aprɔˈkaliptɔs] ΕΠΊΘ

1. απροκάλυπτος (που δεν καλύπτεται, φανερός):

απροκάλυπτος

2. απροκάλυπτος (λόγος, ομολογία):

απροκάλυπτος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский