Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „απρόκοπος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . απρόκοπ|ος <-η, -ο> [aˈprɔkɔpɔs] ΕΠΊΘ

απρόκοπος

II . απρόκοπ|ος <-η, -ο> [aˈprɔkɔpɔs] SUBST αρσ/θηλ

απρόκοπος
Nichtsnutz αρσ
αυτός ο απρόκοπος!

Παραδειγματικές φράσεις με απρόκοπος

αυτός ο απρόκοπος!

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский