Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αποχρωματίζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . αποχρωματί|ζω <-σα, -στηκα, -σμένος> [apɔxrɔmaˈtizɔ] VERB μεταβ

1. αποχρωματίζω:

αποχρωματίζω

2. αποχρωματίζω μτφ (εξουδαιτερώνω κάποια κλίση):

αποχρωματίζω ένα κείμενο

II . αποχρωματίζομαι VERB αυτοπ ρήμα

Παραδειγματικές φράσεις με αποχρωματίζω

αποχρωματίζω ένα κείμενο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский