Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αποποιούμαι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αποποι|ούμαι <-ήθηκα> [apɔpiˈumɛ] VERB αποθ ρήμα μεταβ (πρόσκληση)

αποποιούμαι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский