Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανοιχτόλογος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανοιχτόλογ|ος <-η, -ο> [anixˈtɔlɔɣɔs] ΕΠΊΘ

ανοιχτόλογος
είναι ανοιχτόλογος

Παραδειγματικές φράσεις με ανοιχτόλογος

είναι ανοιχτόλογος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский