Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανοιγοκλείνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανοιγοκλεί|νω <-σα, -στηκα, -σμένος> [aniɣɔˈklinɔ] VERB μεταβ

ανοιγοκλείνω
auf- und zumachen
ανοιγοκλείνω τα μάτια

Παραδειγματικές φράσεις με ανοιγοκλείνω

ανοιγοκλείνω τα μάτια

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский