Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανεψιός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανεψιός

ανεψιός s. ανιψιός

Βλέπε και: ανιψιός

ανιψιός [anipˈsçɔs], ανεψιός [anɛpˈsçɔs], ανιψιά [anipˈsça], ανεψιά [anɛpˈsça] SUBST αρσ/θηλ

Neffe αρσ θηλ

ανιψιός [anipˈsçɔs], ανεψιός [anɛpˈsçɔs], ανιψιά [anipˈsça], ανεψιά [anɛpˈsça] SUBST αρσ/θηλ

Neffe αρσ θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский