Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανερμήνευτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανερμήνευτ|ος <-η, -ο> [anɛrˈminɛftɔs] ΕΠΊΘ

1. ανερμήνευτος (που δε διασαφηνίστηκε):

ανερμήνευτος

2. ανερμήνευτος (η σημασία του οποίου δεν εξηγήθηκε):

ανερμήνευτος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский