Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανεξαρτήτως“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανεξαρτήτως [anɛksarˈtitɔs] ΕΠΊΡΡ

ανεξαρτήτως
unabhängig von +γεν +δοτ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский