Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανεξαρτησία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανεξαρτησία [anɛksartiˈsia] SUBST θηλ ΜΑΘ

ανεξαρτησία
οικονομική ανεξαρτησία
γραμμική ανεξαρτησία ΜΑΘ

Παραδειγματικές φράσεις με ανεξαρτησία

ενεργειακή ανεξαρτησία
επισιτιστική ανεξαρτησία
οικονομική ανεξαρτησία
γραμμική ανεξαρτησία ΜΑΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский