Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αναψυχή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αναψυχή [anapsiˈçi] SUBST θηλ

1. αναψυχή (ξεκούρασμα):

αναψυχή
Erholung θηλ

2. αναψυχή (ψυχαγωγία):

αναψυχή

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский