Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αμετάβλητος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αμετάβλητ|ος <-η, -ο> [amɛˈtavlitɔs] ΕΠΊΘ

1. αμετάβλητος (που δεν μπορεί να μεταβληθεί):

αμετάβλητος

2. αμετάβλητος (που δε μεταβλήθηκε):

αμετάβλητος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский