Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αζήτητος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αζήτητ|ος <-η, -ο> [aˈzititɔs] ΕΠΊΘ

1. αζήτητος:

αζήτητος

2. αζήτητος (εμπορεύματα):

αζήτητος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский