Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „άρδευση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

άρδευσ|η <-εις> [ˈarðɛfsi] SUBST θηλ

άρδευση
Bewässerung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский