Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: σίκαλη , Σομαλία , Σομαλός , σομαλικός , ομαλός , σούμα , σομ , Σομαλικά και σομόν

σίκαλη [ˈsikali] SUBST θηλ

Σομαλ|ός (-ή) [sɔmaˈl|ɔs, -i] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

Σομαλία [sɔmaˈlia] SUBST θηλ

σομαλικ|ός <-ή, -ό> [sɔmaliˈkɔs] ΕΠΊΘ

σομόν [sɔˈmɔn] ΕΠΊΘ αμετάβλ

σομ [sɔm] SUBST ουδ αμετάβλ (νόμισμα)

Som αρσ

σούμα [ˈsuma] SUBST θηλ

Summe θηλ

ομαλ|ός <-ή, -ό> [ɔmaˈlɔs] ΕΠΊΘ

1. ομαλός (επιφάνεια):

2. ομαλός (κανονικός):

3. ομαλός (χωρίς επεισόδια):

4. ομαλός (ρήμα):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский