Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „Σκόπια“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

Σκόπια [ˈskɔpça] SUBST ουδ πλ

1. Σκόπια (η πόλη):

Σκόπια
Skopje ουδ
στα Σκόπια

2. Σκόπια (το κράτος):

Σκόπια

σκοπιά [skɔˈpça] SUBST θηλ

1. σκοπιά (παρατηρητήριο):

Wachturm αρσ

2. σκοπιά (ξύλινο σπιτάκι):

Wachhäuschen ουδ

3. σκοπιά μτφ (άποψη):

Standpunkt αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με Σκόπια

στα Σκόπια

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский