Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: ρωμαίικος , ρωμαλέος , ρωμαίικα , έρμαιο και Ρωμαίος

ρωμαίικ|ος <-η, -ο> [rɔˈmɛikɔs] ΕΠΊΘ ΙΣΤΟΡΊΑ

ρωμαίικα [rɔˈmɛika] SUBST ουδ πλ ΙΣΤΟΡΊΑ

ρωμαλέ|ος <-α, -ο> [rɔmaˈlɛɔs] ΕΠΊΘ

Ρωμαί|ος (-α) [rɔˈmɛ|ɔs -a] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

Römer(in) αρσ (θηλ)

έρμαιο [ˈɛrmɛɔ] SUBST ουδ

1. έρμαιο (των παθών κτλ):

Opfer ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский