Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Abort και borstig

borstig [ˈbɔrstɪç] ΕΠΊΘ

1. borstig (hartborstig):

2. borstig μτφ (widerborstig):

Abort <-(e)s, -e> [aˈbɔrt] SUBST αρσ

1. Abort (Toilette):

2. Abort ΙΑΤΡ:

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский