Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Status , stolz και stolpern

Status <-, -> [ˈʃtaːtʊs] SUBST αρσ

1. Status (Stand):

θέση θηλ

2. Status ΝΟΜ:

stolpern [ˈʃtɔlpɐn] VERB αμετάβ +sein

stolz [ʃtɔlts] ΕΠΊΘ

1. stolz (voll Stolz):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский