Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „schludrig schluderig“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

schlud(e)rig [ˈʃluːd(ə)rɪç] ΕΠΊΘ

1. schlud(e)rig (Arbeit):

2. schlud(e)rig (Mann):

3. schlud(e)rig (Frau):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "schludrig schluderig" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский