Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: mutmaßen , mutieren και mutmaßlich

mutmaßen [ˈmuːtmaːsən] VERB αμετάβ τυπικ

mutieren [muˈtiːrən] VERB αμετάβ ΒΙΟΛ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский