Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: fuchteln , herumfuchteln , frösteln , spachteln , ausschütteln και verspachteln

I . spachteln VERB μεταβ (mit Spachtel)

II . spachteln VERB αμετάβ οικ (tüchtig essen)

frösteln [ˈfrœstəln] VERB αμετάβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский