Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: horchen , horten , Horde και Sauce

horchen [ˈhɔrçən] VERB αμετάβ

1. horchen (heimlich):

2. horchen (angestrengt):

Sauce <-, -n> [ˈzoːsə] SUBST θηλ CH

Horde <-, -n> [ˈhɔrdə] SUBST θηλ (auch pej)

ορδή θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский