Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Geländer , Kalender , geleiten και gelenkig

Kalender <-s, -> [kaˈlɛndɐ] SUBST αρσ

gelenkig ΕΠΊΘ (Person)

geleiten VERB μεταβ τυπικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский