Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „dünnemachen“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

dünne|machen VERB αυτοπ ρήμα

dünnemachen sich dünnemachen οικ:

sich dünnemachen

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"dünnemachen" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский