Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Ohrring , Hering και gering

gering [gəˈrɪŋ] ΕΠΊΘ

2. gering (beschränkt):

3. gering (niedrig):

Hering <-s, -e> [ˈheːrɪŋ] SUBST αρσ

1. Hering (Fisch):

ρέγκα θηλ

2. Hering (Zeltpflock):

Ohrring <-(e)s, -e> SUBST αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский