Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „Nichtbestreiten“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Nichtbestreiten <-s> SUBST ουδ ενικ ΝΟΜ

Nichtbestreiten
Nichtbestreiten

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "Nichtbestreiten" σε άλλες γλώσσες

"Nichtbestreiten" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский