Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: verschimmeln , Amtsschimmel , schimmeln , Schimmel και Sternenhimmel

Amtsschimmel <-s> SUBST αρσ ενικ

Schimmel <-s, -> [ˈʃɪməl] SUBST αρσ

1. Schimmel nur ενικ (Schimmelpilz):

μούχλα θηλ

2. Schimmel (Pferd):

schimmeln VERB αμετάβ +haben o sein

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γερμανικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский