Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: eitel και edel

edel [ˈeːdəl] ΕΠΊΘ

1. edel (Mensch, Metall):

2. edel (Gesinnung):

eitel [ˈaɪtəl] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский